Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2014

Ο θάνατος και η ταφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου

Γράφει ο Τάσος Καρατζόγλου


Ο θάνατος

Εφτά εβδομάδες χώριζαν τον Αλέξανδρο από την τριακοστή τρίτη επέτειο των γενεθλίων του. Μόλις είχε συνέλθει από το σοκ του θανάτου του Ηφαιστίωνα και οργάνωνε με ζήλο στη Βαβυλώνα τη μεγάλη εκστρατεία του στην Αφρική. Όλα ήταν έτοιμα κι η ημερομηνία της αναχώρησης ήταν αποφασισμένη. Σ’ όλη την πόλη αντηχούσε ο πολεμικός θόρυβος.

Μέσα στον πυρετό της πολεμικής προετοιμασίας ο Αλέξανδρος έκανε ένα μεγάλο συμπόσιο προς τιμή του Νεάρχου, αρχηγού του στόλου που επρόκειτο να αποπλεύσει. Αυτό κράτησε ως αργά τη νύχτα και μετά ο Μήδιος, ο αρχηγός των Θεσσαλών Εταίρων και πρίγκιπας της Λάρισας, κάλεσε τον Αλέξανδρο στο σπίτι του να συνεχίσουν τη γιορτή. Ο Αλέξανδρος δέχτηκε κι έπινε ως την αυγή. Η συντροφιά ήταν αγαπητή και χαρούμενη κι αποφάσισαν να ξανασυναντηθούν το άλλο βράδυ. Ο Αλέξανδρος γύρισε στο παλάτι, έκανε το λουτρό του και κοιμήθηκε όλη τη μέρα ήσυχα.

Το βράδυ, όπως είχαν συμφωνήσει, ξαναπήγε στου Μήδιου και στο τέλος της γιορτής ήπιε στην υγεία των είκοσι συνδαιτυμόνων αδειάζοντας κάθε φορά ένα μεγάλο κύπελλο κρασί. Στο εικοστό κύπελλο αισθάνθηκε ένα διαπεραστικό πόνο, σαν να του τρυπούσε ένα βέλος την πλάτη. Έμεινε άφωνος μερικά λεπτά κι ύστερα τον έπιασαν ρίγη. Άρρωστος με πυρετό, ζήτησε να κάνει ένα μπάνιο, ύστερα είπε να τον μεταφέρουν με φορείο, για να κάνει με την ανατολή του ήλιου την πρωινή του θυσία, που σπάνια την αμελούσε, ακόμα κι όταν ήταν μεθυσμένος. Μετά ζήτησε να τον ξαναπάνε στο συμπόσιο, όπου έφαγε και ήπιε πάλι και κοιμήθηκε εκεί όλη τη μέρα. Ο πυρετός και ο πονοκέφαλος που είχε σαν ξύπνησε του φάνηκαν φυσικά επακόλουθα του χθεσινού γλεντιού. Με τη δύση του ήλιου είπε να τον μεταφέρουν στον Ευφράτη και πέρασε τη νύχτα σ’ ένα περίπτερο του βασιλικού κήπου.

Την τέταρτη μέρα έδειχνε καλύτερα. Έκανε μπάνιο και την καθημερινή του θυσία, έπαιξε ζάρια με τον Μήδιο και κάλεσε για την επομένη όλους τους στρατηγούς, για να τους δώσει τις οδηγίες της αναχώρησης. Έφαγε αρκετά το βράδυ, αλλά ο πυρετός ξαναφάνηκε και πέρασε άσχημη νύχτα. Παρ’ όλ’ αυτά την άλλη μέρα ειδοποίησε τον Νέαρχο ότι ο στόλος θα ξεκινούσε την επαύριο.

Αλλά την έκτη μέρα, όταν ήρθε ο Νέαρχος να του αναφέρει ότι ο στόλος ήταν έτοιμος για τον απόπλου, ο Αλέξανδρος παραπονέθηκε πως υποφέρει περισσότερο. Τα ρίγη του πυρετού δεν τον άφηναν στιγμή. Το μπάνιο που έκανε τον χειροτέρεψε. Ωστόσο, ελπίζοντας ότι τη νύχτα θα καλυτέρευε, είπε ότι ισχύει η διαταγή της αναχώρησης. Κουβέντιασε με τον Νέαρχο για τις θαλασσοπορίες του, χαρούμενος που θα αντιμετώπιζε κι αυτός σε λίγο παρόμοιες περιπέτειες. Την άλλη μέρα όμως το πρωί, που έπρεπε να ξεκινήσουν, αναγκάστηκε να δώσει διαταγή να αναβληθεί η εκστρατεία, και ακριβώς την ώρα που τον περίμεναν ν’ ανεβεί στο πλοίο δεν ήταν σε θέση να σταθεί στα πόδια του. Δεν μπορούσε να μιλήσει, οι φράσεις του δεν ήταν καθαρές και οι αξιωματικοί στους οποίους απευθυνόταν φοβήθηκαν βλέποντάς τον να εκδηλώνει σημεία παραληρήματος.

Η ζέστη επέτεινε τη στενοχώρια του πυρετού κι έτσι τον μετέφεραν πάλι στους κήπους, μπροστά στη δεξαμενή που κολυμπούσε. Εκεί κουβέντιασε με τη γυναίκα του Ρωξάνη και ζήτησε τη βοήθειά της για μια πράξη καταπληκτική. Βέβαιος πως σε λίγο θα πέθαινε, ήθελε να τον μεταφέρει κρυφά στον ποταμό και να τον ρίξει στα νερά του. Έτσι θα εξαφανιζόταν ξαφνικά, χωρίς ν’ αφήσει ίχνη, κι όλοι θα πίστευαν πως αναλήφθηκε στους ουρανούς. Η Ρωξάνη αρνήθηκε, γιατί φοβόταν πως θα την κατηγορούσαν για δολοφονία, αλλά και γιατί περίμενε να ενδιαφερθεί στη διαθήκη του για το παιδί του που είχε στην κοιλιά της.

«Βλέπω καλά πως ζηλότυπα μου στερείτε τη δόξα των θεών», σχολίασε ο Αλέξανδρος και υποχρεώθηκε να συμβιβαστεί με την ιδέα πως θα πέθαινε σαν άνθρωπος.

Ξαναγύρισε στο παλάτι και παρακάλεσε τους στρατηγούς να μείνουν κοντά του για την περίπτωση που θα είχε να τους δώσει οδηγίες. Αλλά με κόπο μπορούσε πια να τους μιλήσει. Οι γιατροί που τον φρόντιζαν παραδέχτηκαν πως δεν μπορούσαν να σταματήσουν το κακό.

Τη δωδέκατη μέρα, παρόλο που ακόμη ζούσε, διαδόθηκε στο στρατόπεδο ότι ο βασιλιάς είχε πεθάνει. Όλοι οι Μακεδόνες Εταίροι, νομίζοντας πως τους έκρυβαν την αλήθεια, έτρεξαν στο παλάτι και αξίωναν να τους αφήσουν να δουν τον Αλέξανδρο. Τους άφησαν να μπουν ο ένας πίσω από τον άλλο. Προχώρησαν σιωπηλά μέσα στο δωμάτιο. Ο Αλέξανδρος, ανίκανος να μιλήσει, δεν μπόρεσε να τους αποχαιρετήσει αλλιώς παρά με μια ανεπαίσθητη κίνηση του κεφαλιού και του δεξιού του χεριού. Οι πολεμιστές του Γρανικού, των Γαυγαμήλων, του Ινδού έβγαιναν από το δωμάτιο με λυγμούς.

Την επόμενη όλοι ήταν σίγουροι ότι ο Αλέξανδρος δε θα έβγαζε τη μέρα. Σπάνια πια είχε τις αισθήσεις του. Σε μια τέτοια στιγμή, καθώς θυμήθηκε ότι ο στρατός και όλη η απέραντη αυτοκρατορία του περίμεναν τις διαταγές του, πρότεινε το δεξί του χέρι στον Περδίκκα, για να πάρει το βασιλικό δαχτυλίδι. Στη χειρονομία αυτή του βασιλιά είδαν την ένδειξη πως ήξερε ότι θα πεθάνει και επιθυμούσε να κανονίσει τη διαδοχή του. Ένας από τους στρατηγούς τον ρώτησε πού ήθελε να μεταφέρουν το σώμα του. Και όλοι σαν να κατάλαβαν:
«Άμμων».

Τον ρώτησαν, τέλος, σε ποιον ήθελε ν’ αφήσει τον θρόνο του. Τα χείλη του άφησαν έναν ελαφρύ ψίθυρο κι άλλοι νόμισαν ότι είπε «Ηρακλή», δηλαδή στον γιο τής Βαρσίνης, άλλοι «τω κρατίστω», δηλαδή στον καλύτερο, που άφηνε ανοιχτό το θέμα της διαδοχής. Την ώρα που έδυε ο ήλιος, ο Αλέξανδρος άφησε την τελευταία του πνοή, τη δέκατη τρίτη μέρα της αρρώστιας του, τον δέκατο τρίτο χρόνο της βασιλείας του, τρεις εβδομάδες πριν συμπληρώσει τα τριάντα τρία χρόνια της ζωής του. Ήταν 28 Δαισίου (13 Ιουνίου) του 323 π.Χ.

Οι αρχαίοι δεν ήξεραν από τι αρρώστια πέθανε ο κατακτητής της Ασίας. Οι νεότεροι υποθέτουν πως αρρώστησε από ελονοσία και, επειδή δεν ήξεραν οι γιατροί κανένα φάρμακο να του δώσουν και ήταν εξαντλημένος από τις καταχρήσεις και την υπερκόπωση, δεν άντεξε. Αν όμως πέθανε από ελονοσία, έπρεπε τα κουνούπια να προσβάλουν και το στράτευμα και ν’ αρρωστήσουν πολλοί. Για να μη γράφουν όμως οι πηγές κάτι τέτοιο, πιθανότατα ο Αλέξανδρος πέθανε από άλλη αιτία.

Οι σύγχρονοί του υποψιάστηκαν πως δηλητηριάστηκε από τον Κάσσανδρο με όργανά του τον Μήδιο ή τον Ιόλα, αδερφό του Κάσσανδρου, που ήταν αρχιοινοχόος στο παλάτι.

Γράφει ο Πλούταρχος:

«Για δηλητηρίαση κανένας τότε δεν υποψιάστηκε. Αλλά ύστερα από έξι χρόνια λένε πως διατυπώθηκε μια τέτοια κατηγορία και η Ολυμπιάδα (μητέρα του Αλέξανδρου) πολλούς σκότωσε κι έβγαλε τα λείψανα του Ιόλα, που είχε στο μεταξύ πεθάνει, από τον τάφο του και για τον οποίο ειπώθηκε πως αυτός έχυσε στο ποτήρι του Αλεξάνδρου το δηλητήριο. Άλλοι πάλι λένε πως ο Αριστοτέλης συμβούλεψε την πράξη αυτή στον Αντίπατρο (τοποτηρητή στο θρόνο της Μακεδονίας και πατέρα του Κάσσανδρου και του Ιόλα) και λένε ακόμα πως κάποιος Αγνόθεμις διηγούνταν, και το άκουσε από τον Αντίγονο, πως το φάρμακο ήταν ψυχρό και σαν πάγος. Οι πιο πολλοί όμως νομίζουν πως όλα αυτά είναι πλαστά».

Και ο Αρριανός, αν και δεν πιστεύει στις πηγές που λέγανε πως ο Αλέξανδρος δηλητηριάστηκε, τις μνημονεύει, για να μη νομιστεί ότι τις αγνοεί:

«Γνωρίζω πως και πολλά άλλα έχουν γραφεί για τον θάνατο του Αλέξανδρου και πως από τον Αντίπατρο στάλθηκε το δηλητήριο και πως από το δηλητήριο αυτό πέθανε. Κι ακόμα πως το δηλητήριο το προμήθεψε στον Αντίπατρο ο Αριστοτέλης, επειδή φοβότανε τον Αλέξανδρο…το έφερε δε ο Κάσσανδρος, ο γιος του Αντίπατρου. Άλλοι όμως γράψανε και τούτο, πως το έφερε μέσα σε νύχι μουλαριού και το έδωσε στον Αλέξανδρο ο Ιόλας, ο νεότερος γιος του Αντίπατρου που ήταν οινοχόος του βασιλιά, γιατί τον είχε δυσαρεστήσει λίγες μέρες πρωτύτερα. Άλλοι πάλι λένε πως και ο Μήδιος ήταν συνένοχος, επειδή ήταν εραστής του Ιόλα κι αυτός είναι που κάλεσε τον Αλέξανδρο στο ξεφάντωμα. Λένε πως, μόλις άδειασε το ποτήρι ο Αλέξανδρος, τον έπιασε δυνατός πόνος και από τον πόνο αυτόν έφυγε από το γλέντι…»

Αν όλ’ αυτά έχουν κάποια βάση (και γιατί να μην έχουν, αφού η ιστορία της μακεδονικής αυλής βρίθει από συνωμοσίες, ίντριγκες και δολοφονίες), τότε ένα περιστατικό σχετικό με τον Κάσσανδρο που μας διασώζουν οι πηγές αποκτά ιδιαίτερη σημασία.

Κατά τις πηγές, λοιπόν, μετά τον θάνατο του Ηφαιστίωνα έφτασε στην Ασία ο Κάσσανδρος, ο μεγάλος γιος του Αντίπατρου. Ο πατέρας του που έφερνε νεοσύλλεκτους από τη Μακεδονία τον είχε στείλει πιο μπροστά, για να αμυνθεί στις κατηγορίες των εχθρών τους. Ο Αντίπατρος ήξερε ότι πολλοί Μακεδόνες άρχοντες, και όχι από τους υποδεέστερους, σταλμένοι από την Ολυμπιάδα, βρίσκονταν ήδη στη Βαβυλώνα, για να κατηγορήσουν στον Αλέξανδρο κι αυτόν και τον γιο του.

Στο πρώτο γεύμα που κάθισε ο Κάσσανδρος, μη γνωρίζοντας ακόμα τις νέες συνήθειες της αυλής του Αλεξάνδρου, δεν μπόρεσε να κρατηθεί και ξέσπασε σε γέλια βλέποντας τους Πέρσες άρχοντες να προσκυνούν τον βασιλιά. Ο Αλέξανδρος οργισμένος σηκώθηκε από το τραπέζι, τον άρπαξε από τα μαλλιά, αν και ήταν μεγαλύτερός του κατά δεκαπέντε χρόνια, και του χτύπησε με μανία το κεφάλι πολλές φορές στον τοίχο, κατεξευτελίζοντάς τον μπροστά στους Πέρσες ευγενείς.

Την άλλη μέρα, όταν ο Κάσσανδρος θέλησε να μιλήσει και να υπερασπιστεί τον πατέρα του και τον εαυτό του, ο Αλέξανδρος τον εμπόδισε.

«Οι άνθρωποι που ήρθαν ως εδώ να σας κατηγορήσουν», είπε, «θα έκαναν τον κόπο να ταξιδέψουν τόσο μακριά, αν δεν τους είχατε βλάψει;»

«Ήρθαν εδώ», είπε ο Κάσσανδρος, «για να απομακρυνθούν από εκείνους που θα μπορούσαν να μαρτυρήσουν ότι οι καταγγελίες τους είναι συκοφαντίες.»

«Σοφιστείες του Αριστοτέλη!», φώναξε ο Αλέξανδρος. «Όμοια θα μπορούσε κανείς να πει ότι κι εσύ ο ίδιος ενοχοποιείς τον εαυτό σου με τη βία που έδειξες να’ ρθεις να ζητήσεις να αθωωθείς. Σε βεβαιώνω, θα τιμωρηθείτε και συ και ο πατέρας σου, αν διαπράξατε και την παραμικρή αδικία.»

Αν, λοιπόν, υπήρχε σχέδιο δολοφονίας του Αλεξάνδρου, η ταπείνωση κι ο εξευτελισμός απ’ τη μια μεριά κι η απειλή τιμωρίας απ’ την άλλη διέλυσαν και τους τελευταίους δισταγμούς του Κάσσανδρου. Πάντως, τέτοιος ήταν ο φόβος που ένιωσε εκείνες τις μέρες, που πολλά χρόνια μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου τον έπιανε τρόμος, όταν τύχαινε να βρεθεί μπροστά σ’ ένα άγαλμά του.

Η ταφή

Μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου, όπως ήταν φυσικό, επικράτησε απόλυτη σύγχυση. Συζητήσεις, συσκέψεις, μηχανορραφίες, εξεγέρσεις για τον τρόπο διακυβέρνησης της αχανούς αυτοκρατορίας. Αφού κύλησε μια βδομάδα, αποφάσισαν επιτέλους να αποδώσουν τις επικήδειες τιμές στον νεκρό βασιλιά, που στο διάστημα αυτό ήταν κλεισμένος σε φρουρούμενο νεκρικό θάλαμο. Όταν μπήκαν στο δωμάτιο, όπου τον είχαν σχεδόν εγκαταλείψει, βρήκαν το σώμα του ανέπαφο, παρ’ όλη τη ζέστη της Μεσοποταμίας που κανονικά μέσα σε λίγες ώρες αποσυνθέτει τα πτώματα. Η σάρκα του και τα χαρακτηριστικά του ήταν τόσο καλά διατηρημένα, που οι Χαλδαίοι ταριχευτές δίστασαν μια στιγμή να τον αγγίξουν, αδυνατώντας να πιστέψουν πως ήταν νεκρός. Αφού ταρίχευσαν το σώμα, του έκαναν έναν πρόχειρο ενταφιασμό στη Βαβυλώνα. Ταυτόχρονα, δόθηκαν οι εντολές για την κατασκευή του θριαμβευτικού άρματος που θα μετέφερε το λείψανο του βασιλιά στον οριστικό του τάφο.

Πού όμως θα ήταν ο τάφος; Υπήρχαν αγεφύρωτες διαφωνίες στο ζήτημα αυτό. Το όνομα «Άμμων» ακούστηκε από τα χείλη του Αλεξάνδρου, όταν τον ρώτησαν πού ήθελε να τον θάψουν. Αυτό για άλλους σήμαινε το ιερό του Άμμωνα Δία στην όαση Σίουα στην Αίγυπτο και για άλλους διάφορους ναούς του Άμμωνα. Καθένας πρότεινε κι ένα τόπο με βάση τα συμφέροντά του. Η κατοχή του σώματος του Αλεξάνδρου δημιουργούσε σοβαρές αξιώσεις για το βασιλικό αξίωμα, ειδικά αφού ο Αλέξανδρος δεν όρισε διάδοχο κι όλοι κονταροχτυπιόνταν γι’ αυτό.

Δυο χρόνια μετά ο Περδίκκας, επικεφαλής της μακεδονικής τριανδρίας που κυβερνούσε πια την αυτοκρατορία, έδωσε εντολή να ξεκινήσει η μεγαλόπρεπη πομπή από τη Βαβυλώνα για τις Αιγές της Μακεδονίας, για να ενταφιαστεί ο μεγάλος νεκρός δίπλα στον πατέρα του Φίλιππο. Είχε ήδη ετοιμαστεί η επίσημη άμαξα που θα μετέφερε τη σορό του. Για την κατασκευή της χρειάσθηκαν σχεδόν δύο χρόνια και δαπανήθηκαν πολλά τάλαντα. Όταν πέθανε ο Ηφαιστίωνας, ο Αλέξανδρος τον κατευόδωσε πάνω σε μία όμορφα λαξευμένη ξύλινη πυρά ύψους ογδόντα μέτρων. Σαν να χτίζει κανείς έναν ουρανοξύστη κι έπειτα να του βάζει φωτιά με ένα σπίρτο, μόνο και μόνο για να απολαύσει τη φλόγα. Μπορούμε, επομένως, να φανταστούμε ότι οι άνδρες του θα είχαν επιμείνει σε κάτι ιδιαίτερο, όταν πέθανε ο ίδιος. Εξάλλου, ο πλούτος του ήταν μυθικός. Διατηρούσε πάνω από εφτά χιλιάδες τόνους χρυσού και ασημιού μόνο στα περσικά θησαυροφυλάκιά του. Χρειάζονταν είκοσι χιλιάδες μουλάρια και πέντε χιλιάδες καμήλες, για να μετακινήσουν όλον αυτόν τον θησαυρό.

Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης δίνει μία λεπτομερή περιγραφή αυτής της αρμάμαξας: Πρώτα, λοιπόν, κατασκευάστηκε μια σαρκοφάγος από σφυρήλατο χρυσό και το μέρος γύρω από το σώμα το γέμισαν με αρώματα που του έδιναν ευωδία και το διατηρούσαν άφθαρτο. Επάνω στο φέρετρο ήταν απλωμένη μία χρυσοποίκιλτη πορφυρή στολή και τα όπλα του νεκρού. Στο επάνω μέρος της άμαξας κατασκεύασαν έναν χρυσό θόλο που είχε πλάτος 8 πήχεις και μήκος 12, σκεπασμένο με πετάλια από πολύτιμους λίθους. Κάτω από την οροφή, καθ’ όλο το μήκος της άμαξας, υπήρχε ένας θριγκός χρυσός σε σχήμα τετραγώνου, με ανάγλυφες προτομές τραγελάφων, από τις οποίες κρέμονταν χρυσοί κρίκοι διπάλαμοι, στους οποίους ήταν κρεμασμένη μία πομπική γιρλάντα, διακοσμημένη με λαμπερά χρώματα...

Επρόκειτο για έναν χρυσό ναό σε ρόδες με μήκος έξι μέτρα και πλάτος τέσσερα. Είχε τέσσερα τιμόνια και σε κάθε τιμόνι ήταν ζεμένες τέσσερις σειρές από τέσσερα μουλάρια, ώστε ο συνολικός αριθμός των μουλαριών έφτανε τα 64. Κάθε μουλάρι ήταν στεφανωμένο με χρυσό στεφάνι κι από το σαγόνι του κρεμόταν χρυσό κουδούνι, ενώ στον τράχηλο είχε λιθοκόλλητη λαιμαριά. Η αρμάμαξα συνοδευόταν από πλήθος τεχνιτών, οδοποιών και στρατιωτών. Σύμφωνα με εκτιμήσεις κινούνταν με μέγιστη ταχύτητα δέκα χιλιομέτρων τη μέρα.

Είναι σχεδόν βέβαιο ότι η νεκρική άμαξα ταξίδεψε κατά μήκος του Ευφράτη από τη Βαβυλώνα μέχρι την Ώπι και στη συνέχεια βορειοδυτικά, κατά μήκος του Τίγρη. Κάποια στιγμή έφτασε στη Συρία. Κι από ’δω αρχίζουν οι περιπέτειες της σορού. Πληροφορίες μάς δίνουν οι Στράβων, Διόδωρος, Παυσανίας, Αρριανός, Πλούταρχος, Curtius Rufus, Δίων Κάσσιος, Αιλιανός και Ψευδοκαλλισθένης. Κανένας απ’ αυτούς δεν είναι σύγχρονος του Αλεξάνδρου, αλλά έγραψαν με μια χρονική απόσταση απ’ αυτόν 300 ως 600 χρόνων. Τα έργα των σύγχρονων συγγραφέων Αριστοβούλου, Πτολεμαίου Λάγου, Καλλισθένη και Κλειτάρχου δυστυχώς δεν έχουν διασωθεί. Αν και οι περισσότεροι από τους διασωθέντες συγγραφείς θεωρούνται αξιόπιστοι, η μη δυνατότητα άμεσου ελέγχου απ’ αυτούς - λόγω χρονικής απόστασης - των γεγονότων και η πληροφόρηση από πηγές πιθανόν αλλοιωμένες από σκοπιμότητες απόκρυψης είτε για την ασφάλεια του οριστικού τάφου, είτε για λόγους πολιτικούς ή και άλλους, δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο να παραπληροφορούν. Πάντως, θεωρείται βέβαιο ότι στη Συρία ο Πτολεμαίος, πανέξυπνος στρατηγός του Αλεξάνδρου που κράτησε για τον εαυτό του τη σατραπεία της Αιγύπτου, έκλεψε τη σαρκοφάγο με τη σορό και τη μετέφερε στην Αίγυπτο. Γνώριζε καλά ο πανούργος στρατηγός ότι, για να γίνει αποδεκτός στους Αιγύπτιους ως Φαραώ, έπρεπε να κατέχει κάποιο σύμβολο βασιλικής εξουσίας. Και η σορός του Αλεξάνδρου υπερκάλυπτε αυτή την αναγκαιότητα. Κατά τον Αιλιανό, για να παραπλανήσει τον Περδίκκα που θα έκανε το παν, για να περιέλθει στην κατοχή του το σώμα του Αλεξάνδρου, έντυσε κάποιον που διέθετε παρόμοιο σώμα με βασιλικά ενδύματα, τον σαβάνωσε και στη συνέχεια τον τοποθέτησε πάνω σε μια άμαξα από ασήμι, χρυσό και ελεφαντόδοντο, έτσι ώστε ο Περδίκκας να πέσει στην παγίδα καταδιώκοντας αυτό το δόλωμα, ενώ η αληθινή σορός θα κατευθυνόταν από άλλο δρόμο στην Αίγυπτο. Εκεί, στην Αίγυπτο, αποφάσισε, όπως γράφει ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, να μην ενταφιάσει προς το παρόν τη σορό στο Ιερό του Άμμωνα αλλά σε λαμπρό μαυσωλείο στο κέντρο της Αλεξάνδρειας (έκρινε γαρ επί του παρόντος εις μεν Άμμωνα μη παρακομίζειν, κατά δε την εκτισμένην υπ’ αυτού πόλιν επιφανεστάτην ούσαν, σχεδόν τι των κατά την οικουμένην, αποθέσθαι. Κατεσκεύασεν ουν τέμενος κατά το μέγεθος και κατά την κατασκευήν της Αλεξάνδρου δόξης άξιον, εν ω κηδεύσας αυτόν… =αποφάσισε προς το παρόν να μη μεταφέρει τη σορό στο ιερό του Άμμωνα, αλλά να τη θάψει στην πιο ξακουστή πόλη της οικουμένης που χτίστηκε απ’ αυτόν. Κατασκεύασε λοιπόν μνημείο από άποψη μεγέθους και αρχιτεκτονικής αντάξιο της δόξας του Αλεξάνδρου, στο οποίο αφού τον έθαψε… ).

Και εδώ υπάρχει σύγχυση των πηγών. Ενώ οι Διόδωρος, Στράβων, Αρριανός μιλούν για πρώτη ταφή στην Αλεξάνδρεια, οι Παυσανίας, Curtius Rufus και Ψευδοκαλλισθένης μιλούν για πρώτη ταφή στη Μέμφιδα της Αιγύπτου και κατοπινή μεταφορά στην Αλεξάνδρεια. Ο Παυσανίας υποστηρίζει ότι ο Πτολεμαίος έθαψε τη σορό στη Μέμφιδα και πολύ αργότερα έγινε η μεταφορά του λειψάνου στην Αλεξάνδρεια από τον διάδοχο του Πτολεμαίου: «τον μεν (τον Αλέξανδρο), «νόμω των Μακεδόνων έθαπτεν εν Μέμφει…» (=αυτόν τον έθαψε στη Μέμφιδα σύμφωνα με τα έθιμα των Μακεδόνων). Και: «τον Αλεξάνδρου νεκρόν ούτος» (ο Πτολεμαίος Β΄ο Φιλάδελφος) «ο καταγαγών ην εκ Μέμφιδος» (=αυτός είναι εκείνος που μετέφερε το λείψανο του Αλεξάνδρου από τη Μέμφιδα). Γνωρίζουμε ότι ο Πτολεμαίος παραιτήθηκε υπέρ του γιου του Πτολεμαίου Β΄ του Φιλάδελφου το 285 π.Χ. Κατά τον Παυσανία, λοιπόν, η μεταφορά της σορού στην Αλεξάνδρεια έγινε τουλάχιστον 36 χρόνια μετά την ‘προσωρινή’ ταφή της στη Μέμφιδα.

Φαίνεται να είναι κοντά στην αλήθεια η άποψη ότι μέχρι την αποπεράτωση της κατασκευής του μαυσωλείου στην Αλεξάνδρεια η σορός φυλάσσεται στη Μέμφιδα, όπως επιβεβαιώνει και επιγραφή από παριανό μάρμαρο, που βρέθηκε εκεί: Επί άρχοντος Αρχίππου, Αλέξανδρος τίθεται εν Μέμφει και Περδίκκας στρατεύει κατά της Αιγύπτου, όπου αποθνήσκει (=όταν ήταν άρχοντας ο Άρχιππος, ο Αλέξανδρος ενταφιάζεται στη Μέμφιδα και ο Περδίκκας εκστρατεύει κατά της Αιγύπτου, όπου και σκοτώνεται). Η επιγραφή αυτή υπαινίσσεται και την οργισμένη αντίδραση του Περδίκκα κατά του Πτολεμαίου.

Ο Περδίκκας ήταν ο μόνος από τους διαδόχους του Αλεξάνδρου που είχε το νόμιμο δικαίωμα να κρατήσει ενωμένη την αυτοκρατορία. Εκστράτευσε, λοιπόν, κατά του Πτολεμαίου, για να ανακτήσει το σώμα του Αλεξάνδρου. Έχασε όμως εκατοντάδες άνδρες από πνιγμό και τους κροκόδειλους προσπαθώντας να περάσουν τον Νείλο. Οι ίδιοι οι αξιωματικοί του είχαν τόσο οργιστεί, ώστε τον δολοφόνησαν μέσα στη σκηνή του.

Η ταφή του Αλεξάνδρου στην Αλεξάνδρεια εκπλήρωσε το χρησμό (Καλλισθένης) που είχε λάβει, όταν τη θεμελίωνε: Οικήσεις αυτήν και θανών και μη θανών. Τάφον γαρ έξεις αυτήν ην κτίζεις πόλιν (=θα κατοικήσεις αυτήν και ζωντανός και πεθαμένος. Γιατί θα γίνει τάφος σου η πόλη που χτίζεις). Η τελετή έγινε με κάθε μεγαλοπρέπεια και για πολλές νύχτες τεράστιες φωτιές φώτιζαν τον δρόμο του νεκρού προς την αθανασία. Το Μαυσωλείο κατασκευάστηκε από πολύτιμα μάρμαρα, η δε σαρκοφάγος ήταν ολόχρυση με ανάγλυφο το όνομα του Αλεξάνδρου. Τη σαρκοφάγο αυτή γνωρίζουμε ότι την έλιωσε ο Πτολεμαίος ο Θ΄, για να πληρώσει τα στρατεύματά του.

Το μεγάλο τελικό μαυσωλείο που δέχτηκε τη σορό του Αλεξάνδρου χτίστηκε περίπου το 215 π.Χ. από τον Πτολεμαίο τον Φιλοπάτορα και βρισκόταν μέσα στη βασιλική νεκρόπολη, που γι’ αυτό ονομαζόταν Σώμα (Αρριανός, Στράβων, Δίων Κάσσιος). Στην ίδια αριστοκρατική συνοικία βρίσκονταν τα Ανάκτορα, η γνωστή Βιβλιοθήκη και το Μουσείο. Το σημείο αυτό πρέπει να βρίσκεται στο κέντρο της σημερινής πόλης και, ειδικότερα, σ’ ένα χαμηλό ύψωμα με το ελληνικής προέλευσης όνομα Κομ ελ Δεμάς, δηλαδή Ύψωμα των Σωμάτων, αφού Δέμας στα αρχαία ελληνικά σημαίνει σώμα.

Υπάρχουν πολλές αναφορές επισκέψεων Ρωμαίων αυτοκρατόρων στον τάφο, που ενισχύουν συντριπτικά την άποψη ύπαρξής του στην Αλεξάνδρεια. Για την επίσκεψη του Ιουλίου Καίσαρα μαζί με την όμορφη βασίλισσα της Αιγύπτου Κλεοπάτρα αναφέρεται: κατήλθεν εις το άντρον ένθα κείται ο του Πελλαίου Φιλίππου μανιώδης γόνος και ευτυχής στρατηλάτης =κατέβηκε στο μαυσωλείο όπου κείται ο παθιασμένος και ευτυχής στρατηλάτης, γιος του Φιλίππου από την Πέλλα. Ο Καίσαρ, μπρος στο λείψανο που διατηρούνταν σε άψογη κατάσταση, αφού το τίμησε με χρυσό στεφάνι, στάθηκε σιωπηλός για ώρα να κοιτάζει τον ένδοξο νεκρό. Από συγκίνηση άπλωσε το χέρι του και άγγιξε το ταριχευμένο σώμα. Μόλις τα δάχτυλά του στάθηκαν πάνω στο πρόσωπο, τότε ξαφνικά έσπασε ένα κομμάτι της μύτης του νεκρού. Ο Οκταβιανός, που επίσης επισκέφθηκε τον τάφο, τίμησε τον νεκρό με ένα στεφάνι. Κι όταν οι οδηγοί του θέλησαν να τον πάνε και στους τάφους της Πτολεμαϊκής δυναστείας που βρίσκονταν στην ίδια συνοικία, τους απάντησε πως ήρθε να δει έναν βασιλιά και όχι πτώματα! Ο ημιπαράφρων Καλιγούλας αφαίρεσε το θώρακα του νεκρού αφήνοντας στη θέση του έναν άλλο χρυσό θώρακα, και ο Σεπτίμιος Σεβήρος, που θεώρησε ιερόσυλη αυτή την πράξη, σφράγισε ερμητικά το μνημείο. Λέγεται μάλιστα ότι σφράγισε μαζί ό,τι είχε γραφτεί από έλληνες και αιγύπτιους σοφούς για τη ζωή και το έργο του Αλεξάνδρου. Τέλος, ο Καρακάλλας, που διέδιδε πως ήταν μετενσάρκωση του Αλεξάνδρου, απέθεσε στη σορό τη χλαμύδα του, τα δαχτυλίδιά του και άλλα πολύτιμα κοσμήματα σαν σπονδή στον νεκρό.

Οι αναφορές στον τάφο σταματούν ξαφνικά στα τέλη του 4ου μ.Χ. αι., όταν στη μεγάλη επίθεση των χριστιανών της πόλης υπό τον πατριάρχη Θεόφιλο κατά των Εθνικών καταστράφηκαν το Μουσείο και η Βιβλιοθήκη. Τότε πιθανότατα καταστράφηκε και το Μαυσωλείο και χάθηκε μέσα στα χαλάσματα. Πρέπει ακόμη να τονιστεί ότι η αρχαία Αλεξάνδρεια υπέστη τρομερές καταστροφές από φωτιές, εξεγέρσεις, πολέμους και σεισμούς. Μέχρι και φοβερό τσουνάμι την έπληξε. Η πόλη καταστράφηκε και όλα τα σημαντικά μνημεία χάθηκαν. Από τότε αμέτρητοι άνθρωποι που ασχολούνταν με ανασκαφές προσπάθησαν ανεπιτυχώς να βρουν το Μαυσωλείο συμπεριλαμβανομένου και του Ερρίκου Σλήμαν, ο οποίος είχε μόλις ολοκληρώσει τις θριαμβευτικές του ανασκαφές στην Τροία και στις Μυκήνες. Και σήμερα επαγγελματίες και ερασιτέχνες αρχαιολόγοι ζουν με το όνειρο να βρουν τον τάφο και τον αναζητούν στα πιο πιθανά αλλά και στα πιο απίθανα μέρη.

Συμπεράσματα

Όλες οι σωζόμενες πηγές συμφωνούν ότι η πρώτη προσωρινή ταφή του Αλεξάνδρου έγινε στη Βαβυλώνα, μέχρι να ετοιμαστεί η μεγαλόπρεπη αρμάμαξα που θα μετέφερε τη σορό του μεγάλου νεκρού στις Αιγές της Μακεδονίας. Η πομπή ξεκίνησε δυο χρόνια μετά, το 321 π.Χ. Στη Συρία πράκτορες του Πτολεμαίου κλέβουν τη σορό και τη μεταφέρουν στην Αίγυπτο. Εδώ υπάρχει σύγχυση των πηγών. Οι μισές αναφέρουν ότι η ταφή έγινε στην Αλεξάνδρεια κι οι άλλες στη Μέμφιδα προσωρινά και κατοπινή μεταφορά της σορού στην Αλεξάνδρεια. Εκτιμάται ότι πιο κοντά στην αλήθεια είναι η δεύτερη εκδοχή, αφού θα χρειαζόταν επαρκής χρόνος, για να κατασκευαστεί στην Αλεξάνδρεια ένα μνημείο αντάξιο του Αλεξάνδρου. Η μεταφορά της σορού στην Αλεξάνδρεια έγινε περί το 285 π.Χ. σε περικαλλές επιβλητικό Μαυσωλείο που πήρε την τελική του μορφή γύρω στο 215 π.Χ. Η ύπαρξη αυτού του Μαυσωλείου είναι αδιαμφισβήτητη, αφού το επισκέφτηκε ανά τους αιώνες πλήθος προσωπικοτήτων, μεταξύ των οποίων ο Καίσαρας, ο Οκταβιανός Αύγουστος, ο Καλιγούλας, ο Σεπτίμιος Σεβήρος και ο Καρακάλλας (188-217 μ.Χ.)

Ωστόσο, με βάση πάντα τις πηγές μπορεί κανείς να διακινδυνεύσει μια εικασία. Είναι γνωστό ότι ο Αλέξανδρος, όταν ρωτήθηκε από τους στρατηγούς του λίγο πριν πεθάνει πού θέλει να τον θάψουν, απάντησε: Άμμων. Προφανώς εννοούσε το μαντείο του Άμμωνα Δία στην όαση της Σίουα, το οποίο είχε επισκεφτεί με τους στρατηγούς του γύρω στο 331 π.Χ. μετά από τρομερή περιπλάνηση στην έρημο που λίγο έλειψε να τους αφανίσει. Τότε οι πανούργοι ιερείς του μαντείου τον υποδέχτηκαν προσφωνώντας τον παιδί του Δία (Χαίρε, ω παι Διός) και επιβεβαίωσαν έτσι τη θεϊκή του καταγωγή, πλέκοντάς του ταυτόχρονα ιερούς δεσμούς με το μαντείο. Μεταξύ των στρατηγών που έζησαν αυτή την εμπειρία ήταν και ο Πτολεμαίος. Θα διέπραττε αυτός (κατά μία εκδοχή ετεροθαλής αδελφός του Αλεξάνδρου και σταθερός φίλος του από την παιδική τους ηλικία) μια τέτοια ιερόσυλη πράξη, να μη σεβαστεί τη σαφή επιθυμία ενός υιού Θεού να ταφεί στο μαντείο του Άμμωνα, διακινδυνεύοντας έτσι να προκαλέσει τη οργή αυτού του Θεού; Και γιατί επί της βασιλείας του δεν έγινε η μεταφορά της σορού από τη Μέμφιδα στην Αλεξάνδρεια; Είναι, λοιπόν, πιθανό ο Πτολεμαίος να έθαψε μυστικά τη σορό στην όαση της Σίουα, ικανοποιώντας την τελευταία επιθυμία του Αλεξάνδρου, και να κράτησε στη Μέμφιδα τη σορό ενός σωσία, για να εξυπηρετήσει τις δικές του φιλοδοξίες. Την άποψη αυτή συνεπικουρεί και η προαναφερθείσα πληροφορία του Διοδώρου, που ρητά τονίζει το προσωρινόν της ταφής στο μαυσωλείο της Αλεξάνδρειας (ο Διόδωρος είναι από τους συγγραφείς που αναφέρουν ότι η κλεμμένη σορός του Αλεξάνδρου ενταφιάστηκε απευθείας στην Αλεξάνδρεια και όχι στη Μέμφιδα) και την πρόθεση του Πτολεμαίου η τελική ταφή να γίνει στο ιερό του Άμμωνα Δία στη Σίουα. Δε μας λέει μόνο αν αυτή κάποτε πραγματοποιήθηκε. Στην περίπτωση αυτή, φυσικά, θα πρέπει να δεχτούμε ότι το λείψανο που μεταφέρθηκε από τη Μέμφιδα στην Αλεξάνδρεια και σεβάστηκαν επώνυμοι επισκέπτες δεν ήταν του Αλεξάνδρου αλλά κάποιου σωσία.

Με αυτά τα αρχαιολογικά δεδομένα ο τάφος του Αλεξάνδρου δεν μπορεί να βρίσκεται αλλού παρά στην Αλεξάνδρεια ή στην όαση της Σίουα. Βέβαια, στην αρχαιολογία συμβαίνει και το απροσδόκητο.

Το 1994 η αρχαιολόγος κ. Λιάνα Σουβαλτζή υποστήριξε ότι επισήμανε με βεβαιότητα τον τάφο του Αλεξάνδρου στην όαση της Σίουα, όμως δεν έπεισε ούτε την ελληνική ούτε τη διεθνή επιστημονική κοινότητα.

Κωνσταντία 7-11-14 
Τάσος Καρατζόγλου 
Φιλόλογος

8 σχόλια:

  1. Πολύ κατατοπιστικά και, κυρίως, τεκμηριωμένα τα όσα έγραψε ο αξιόλογος φιλόλογος και ιστορικός κ. Καρατζόγλου. Τον τελευταίο καιρό ακούγονται τα χίλια μύρια από ειδήμονες αλλά και άσχετους, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται απίθανες εντυπώσεις, όμως ο επιστημονικός λόγος πρέπει να είναι απόλυτα τεκμηριωμένος και σοβαρός, σαν το κείμενο που διάβασα μόλις τώρα. Αν και φιλόλογος, έμαθα αρκετά πράγματα που δεν ήξερα από τον αρχαιολόγο συνάδελφο. Ευχαριστώ. Ν. Θεοδωρίδου

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ιστορικός!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
      Και σεφ και πιλότος και αλχημιστής και χειροπράκτης και κασκαντέρ!

      Διαγραφή
    2. Κασκαντερ???? Α ναι μαλιστα!

      Διαγραφή
    3. Κακιασμένε, άσε το ciao για λίγο απο τα χέρια και ρίξε μια ματιά στη βιβλιογραφία του παρακάτω συνδέσμου:

      http://www.eosa.gr/texts.aspx?text_id=12

      Διαγραφή
    4. Ουάου!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!! Τι είδαν τα μάτια μου!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
      Διορθώνω,
      Και χειρουργός επαύξησης μνήμης και απτικός προγραμματιστής και χρηματιστής χρόνου και ξεναγός διαστήματος και φυσικά Indiana Jones!!!

      Διαγραφή
  2. Κρίμα, για τα κακοπροαίρετα σχόλια που προηγήθηκαν. Αν ανέφερα τις ιδιότητες του κ. Καρατζόγλου, δεν το έκανα για να τον επαινέσω (δεν έχει ανάγκη από επαίνους), αλλά για να επισημάνω πόσο σχετικός είναι με το θέμα που γράφει. Γιατί σ΄αυτήν τη χώρα οι πάντες νομίζουν πως ξέρουν τα πάντα!!! Ν. Θεοδωρίδου

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Κατα τη γνωμη μου φταιει το αριδαια νεα επειδη δημοσιευει ολα τα ειρωνικα υβριστικα σχολια πιυ προσβαλλουν, ενω μπορει οπως αναφερει στους ορους χρησης να τα διαγραψει...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Αδερφε απο το αριδαια νιουζ, ειναι δυνατον να ανεβαζεις τα σχολια του καθενος; ποσο χαμιλα εχει πεσει η σελιδα σου ρε φιλε; Κριμα που ο καρατζογλου σου εδωσε το κειμενο....

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Οι όροι χρήσης που ισχύουν για τη δημοσίευση των σχολίων, έχουν ως εξής:

Κάτωθι των περισσοτέρων κειμένων του διαδικτυακού τόπου παρέχεται η δυνατότητα υποβολής σχολίων από τους χρήστες/ επισκέπτες. Η δυνατότητα αυτή είναι καταρχήν ελεύθερη. Ωστόσο, η συντακτική ομάδα δύναται να προβεί άμεσα και χωρίς καμία προηγούμενη ειδοποίηση ή αιτιολόγηση, στη διαγραφή οιουδήποτε σχολίου κρίνει ότι είναι εκτός του δεοντολογικού πλαισίου, των στόχων και των υπηρεσιών του διαδικτυακού τόπου, ειδικά δε εάν αυτό είναι υβριστικό, ειρωνικό, έχει στόχο να προσβάλλει τρίτο πρόσωπο ή την ιστοσελίδα.

Σε καμία περίπτωση ο διαχειριστής του διαδικτυακού τόπου δεν υιοθετεί, ενστερνίζεται, αποδέχεται ή εγγυάται την αλήθεια των προσωπικών σκέψεων, αντιλήψεων και πληροφοριών, οι οποίες εκφράζονται από τους επισκέπτες/χρήστες της ιστοσελίδας.

Με την αποστολή ενός σχολίου αυτόματα αποδέχεστε τους όρους χρήσης.

Η συντακτική ομάδα του Aridaia News